*της Φαίης Θειακού 

Έστηνε τα προϊόντα της κάθε φορά στο ίδιο σημείο. Πλάι στους σκουπιδοτενεκέδες, και έξω από την λαϊκή. Εκεί που αντανακλάται μια γειτονιά, εκεί που συναντάται η ελληνική οικονομία στην πιο ωμή εκδοχή της. Ο τόπος που επέλεγε μόνο τυχαίος δεν ήταν καθώς, βρισκόταν στην είσοδο και την έξοδο εκεί που πιο κάτω συμπολίτες της ζύγιζαν μήλα και πατάτες, επέλεγαν ρούχα και μικροπράγματα παζαρεύοντας με το ποσό της τσέπης τους την ποιότητα των προϊόντων που θα αποκτούσαν.

Τα μάτια της, κρυμμένα πίσω από ένα μεγάλο ζευγάρι σκουρόχρωμα γυαλιά έγιναν μάρτυρες δεκαετιών ραγδαίας μεταβολής της ελληνικής οικονομίας και της ίδιας της κοινωνίας. Τα χέρια της όμως και οι ραβδώσεις επάνω τους μαρτυρούσαν τον μόχθο της ίδιας όλα αυτά τα χρόνια, τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο της ζωής της.

Κανένας δε γνωρίζει πόσοι άνθρωποι μοιράζονται κάποια παρόμοια ιστορία με την 90χρονη αυτή γυναίκα, την κυρία Σουζάνα η οποία συνελήφθη πριν από λίγες ημέρες στη Θεσσαλονίκη επειδή πωλούσε παραδοσιακά ποντιακά παντοφλάκια και μαντήλια χωρίς άδεια. Άραγε πόσοι δεν είδαν τα νεανικά τους χρόνια και όνειρα να διακόπτονται άξαφνα από τις δυσκολίες της ζωής έχοντας τροχιές που οδηγούν απότομα σε στρώσεις μιζέριας, κατάθλιψης και διάλυσης.

Ο αέρας γέμισε από τις φωνές των τριών ανδρών της αστυνομίας που της φώναξαν «μάζεψέ τα, μάζεψέ τα». Της είπαν πως δεν έχει άδεια να στήνει τα πράγματά της εκεί και πως έπρεπε να τους ακολουθήσει. Η φωνή της γυναίκας σώπασε και οι επόμενες δώδεκα ώρες τη βρήκαν στο αστυνομικό τμήμα.

Σε στιγμές οικονομικής κρίσης, αυτό που κρατάει τους ανθρώπους ενωμένους δοκιμάζεται. Στην Ελλάδα, ειδικά των πρότερων χρόνων, αυτό ήταν η συμπόνοια και η κατανόηση.

Τις περισσότερες φορές, ο τόπος που αντανακλά περισσότερο αυτή τη δοκιμασία είναι οι φτωχές γειτονιές της στις οποίες βρίσκονται σπίτια γεμάτα από ανθρώπους που το ταβάνι της ζωής δεν πρόλαβε να τους φέρει δυσφορία γιατί το είχε ήδη κάνει ο «ανοιχτός» ορίζοντας της κοινωνίας που δεν τους δέχτηκε ποτέ στους κόλπους της και που συνέχισε να λειτουργεί έχοντας τους στο περιθώριο.

Και τα περισσότερα μέρη της χώρας μας, έπειτα από την έναρξη της κρίσης αυτής που ανέσκαψε τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, έγιναν συνώνυμα με συγκλονιστικά επίπεδα μαρασμού και θλίψης οδηγώντας αρκετούς συμπολίτες μας να ανασηκώσουν τους ώμους τους και να πουν πως «εδώ είμαστε πάλι» σε κάθε αντίστοιχο σκηνικό με αυτό που βίωσε η κ. Σουζάνα. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αλήθεια καθώς είναι αρκετοί εκείνοι που προσπαθούν να στηρίξουν και να βοηθήσουν τους συγκεκριμένους ανθρώπους, να δείξουν το ιδανικό πρόσωπο της κοινωνίας στις μη ιδανικές συνθήκες που βιώνουμε.

Πράγματι, αυτά τα περιστατικά λειτουργούν ως διαρκείς ουλές στο πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας που μοιάζει παραμορφωμένο συγκριτικά με αυτό που βρήκε η γυναίκα αυτή στα νεανικά της χρόνια. Και αυτό, είναι κάτι που εύκολα μπορεί να οδηγήσει κάποιον στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχει ελπίδα, ότι οι πιο φτωχοί και αδύναμοι θα αντιμετωπίζονται πάντα με αυτό τον τρόπο από μία κοινωνία που έχει ξεπεράσει όποια ηθική αναστολή της.

Και οι οικονομικά αδύναμοι αυτοί άνθρωποι έχουν συνήθως δύο επιλογές, πέραν του να δημοσιοποιηθεί η ιστορία τους στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και να χυθεί φως στον εφιάλτη τους. Μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από ένα κράτος που δυστυχώς, πια αντανακλά όλα εκείνα τα αρνητικά χαρακτηριστικά που οι ίδιοι με την αξιοπρεπή παρουσία τους μάχονται όλα αυτά τα χρόνια.

Ή μπορούν να δεχθούν την προσβολή και να αντιταχθούν στον εσωτερικό τους φόβο προσπαθώντας ξανά να στήσουν τα πράγματά τους σε ένα μέρος όπου δεν ανήκουν αλλά βρέθηκαν για μπορέσουν να ζήσουν.

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως παρά του πόσο ταλαιπωρημένη είναι η κοινωνία μας, παρά του πόσο ρουτίνα έχει γίνει για κάποιους από τους συμπολίτες μας η θλίψη και ο μαρασμός, παρά του πόσες ιστορίες δεν βγαίνουν σε μαζική προβολή όπως, έτυχε, να βγει η ιστορία της ταλαιπωρημένης αυτής γυναίκας ρίχνοντας φως μόνο σε κάποιες ημέρες της και αφήνοντας στη σκιά τα πιο δύσκολα και συγκλονιστικά της χρόνια, η ιστορία της δεν συνδέεται διαφορετικά από τις δικές μας ιστορίες.

Άνθρωποι όπως η κ. Σουζάνα δεν είναι αναίσθητοι στον πόνο και δεν είναι ανθεκτικοί στην θλίψη. Τα μάτια αυτής της κυρίας μαρτύρησαν όλοι την ανθεκτικότητα και την αδιαφορία της ελληνικής κοινωνίας μπρος στον αδύναμο.

Ωστόσο, σε μία χώρα επιδεικτικά δυνατών μπρος στον πόνο του άλλου είναι η γυναίκα αυτή όπως και όλες οι ιστορίες που αντανακλώνται επάνω της που δείχνουν πως τελικά εκείνη με τη σιωπή της την ώρα της σύλληψης δεν έκρυψε την αδυναμία της αλλά τη δύναμή της.

 Φαίη Θειακού είναι Οικονομολόγος |Αναλύτρια Αγορών, κάτοχος MBA και MHA, PhD (candidate)