*της Ζηνοβίας Σαπουνά
Έγινα κι εγώ “Πωλήτρια για μία ώρα” του περιοδικού που κάνει το ταξίδι του στους αθηναϊκούς δρόμους κοντά έξι χρόνια τώρα.
Συμμετείχα κι εγώ στη δράση αυτή που εντάσσεται στο πλαίσιο της Διεθνούς Εβδομάδας Πωλητών Περιοδικών Δρόμου.
Είχα πόστο στην πλατεία Αγίας Ειρήνης.
Μπήκα στο ρόλο του πωλητή, στην αγωνία του πωλητή, στο άγχος, στην αναμονή, την προσμονή και την ελπίδα του.
Για να πουλήσει το περιοδικό. Δηλαδή για να ζήσει.
Τα όσα χρήματα του αποφέρει η πώληση, είναι το μοναδικό του έσοδο.
Μ’ αυτό θα βγάλει τη μέρα του, την εβδομάδα του, το μήνα του.
Γι’ αυτό παλεύει και ξημεροβραδιάζεται στο δρόμο με κρύο ή με ζέστη.
Ο πωλητής. Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας που έχασε τη δουλειά του ξαφνικά γιατί έκλεισε η επιχείρηση που δούλευε ή γιατί απολύθηκε λόγω περικοπών. Που είναι μιας κάποιας ηλικίας και δεν τον παίρνει κανείς πια στην εργασία του. Πού έχασε το σπίτι του γιατί δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο.
Ο πωλητής. Με αξιοπρέπεια, φοράει το κόκκινο γιλέκο και δίνει τη μάχη για να σταθεί στα πόδια του πουλώντας το περιοδικό.
Φόρεσα κι εγώ κόκκινο γιλέκο.
Για λίγο. Για πάρα πολύ λίγο. Και πήρα γεύση από τη δυναμική του δρόμου.
Είδα την αδιαφορία στο βλέμμα των περαστικών.
Ένιωσα το πώς είναι να είσαι αόρατος. Πώς αισθάνεται κάποιος που τον προσπερνάν, μερικές φορές και με βλέμμα απαξιωτικό.
Και τουναντίον.
Είδα τα βλέμματα της αποδοχής.
Τα χαμόγελα που έλεγαν “εδώ είμαστε, θα βοηθήσουμε, φυσικά και θα αγοράσω”.
Βρέθηκαν και δύο άνθρωποι που μου είπαν “μόλις το αγόρασα από άλλον”.
Και γέλασα και θύμωσα.
Και χάρηκα. Που είδα φίλους μου να φέρνουν τα παιδιά τους για να αγοράσουν το περιοδικό και να τους μιλήσουν για την αλληλεγγύη. Στον άλλον. Στον διπλανό.
Και στο τέλος είχα και τον… κριτή δίπλα μου: “Μαμά, πόσα περιοδικά πούλησες;”.
*Η Ζηνοβία Σαπουνά είναι δημοσιογράφος