Η Νέα Μάκρη και τα περίχωρά της “ιδρύθηκαν” ως οικισμοί για πρόσφυγες της Μικράς Ασίας μετά την Καταστροφή του ελληνισμού (σε ανάμνηση της Μάκρης, αργότερα πιο οργανωμένα του Βουτζά κ.λπ.)..

Την περιοχή απέσπασε από την Εκκλησία η Βενιζελική Επανάσταση. Έτσι κι αλλιώς ήταν βαλτώδης, εστία ελονοσίας, και δεν την κυνηγούσαν οι γηγενείς, πέρα από κάποιους κτηνοτρόφους (ακόμα και σήμερα υπάρχει συνοικία “Βάλτος”).

Μετά τον Πόλεμο δόθηκαν “κλήροι” σε στρατιωτικούς για τις υπηρεσίες τους και και από τη δεκαετία του 1960 το Μάτι, όπως και το Ζούμπερι, άρχισαν να προσελκύουν παραθεριστές.

Μικρά οικοπεδάκια, εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα χωρίς αυτοκίνητο, αέρας ελληνικής κοινότητας αλληλεγγύης: το ιδανικό για σχετικά οικονομικές διακοπές εργαζόμενων με οικογένεια από την Αθήνα που δεν διέθεταν χρόνο και χρήμα για μακρινές αποστάσεις, ξενοδοχεία και κότερα.

Το μοτίβο διάχυτο σε όλη την ελληνική επαρχία, σε περιοχές που δεν ανήκαν στα φιλέτα (όπως π.χ. στην Αττική η Βουλιαγμένη, η Βούλα, η Γλυφάδα κ.λπ.).

Μετά τη Μεταπολίτευση η πολιτεία επέβαλε τον “σεβασμό στο “πράσινο, μπήκε φραγμός στην κοπή δένδρων. Ώς εκεί, μην τρελαθούμε.

Φως, νερό τηλέφωνο, φράξιμο παραλίας, όλα κανονικά και απλόχερα από τις κυβερνήσεις. Μετά το διάλειμμα της Μελίνας και του Τρίτση για προσβαση στις παραλίες, αυτές άρχισαν να φράζονται όχι από σπιτάκια τύπου “Μάτι”, όπου έβλεπες και ουρανό από τον δρόμο, αλλά από τρίπατες μεζονέτες με τρίμετρες μάντρες.

Εύκολη εκλογική παροχή, αργότερα και εύκολος ΕΝΦΙΑ. Παράλληλα η ελληνική πολιτεία απαίτησε “να σεβόμαστε το πράσινο”.Όπου βόλευε. Φύλλο συκής για την ανάπηρη και επιλεκτική περιβαλλοντική πολιτική. Η ίδια υποκρισία που κάνει αδιάβατους τους δρόμους της Αθήνας από τα δέντρα στα πεζοδρόμια -αντί να τα συγκεντρώσουν σε πάρκα, κήπους κ.λπ.. Το Μάτι πνίγηκε στο πεύκο που φύτρωνε μόνο του. Αυθαίρετο κι αυτό, αλλά βολικό “πράσινο”.  Φτάνει να μην έπιανε φωτιά. Κι αποκαλυπτόταν ότι το μοντέλο δεν βόλευε τους πολιτικούς παρόχους. Ειδικά αν η φύση έκανε την στραβή σε εποχή που απολάμβαναν τους καρπούς των παροχών τους σε πιο high περιοχές αφήνοντας πίσω τα αναξιολόγητα βύσματα να λαμβάνουν αποφάσεις.

Αποτέλεσμα εικόνας για πυργκαγιές

Η φύση έκανε την ”στραβή” στις 23 Ιουλίου 2018 και οι άνθρωποι που εμπιστεύθηκαν την πολιτεία ότι δεν θα έπαιζε τη ζωή τους στα ζάρια την έχασαν με φρικτό τρόπο.

Σαν εκείνους που άφησαν πίσω εκείνοι που πρωτοέκτισαν τους βάλτους πριν από 100 χρόνια. Μία διαφορά ήταν ο σεβασμός. Για εκείνους τουλάχιστον κανείς δεν είχε το θράσος να πει ότι έφταιγαν για τη σφαγή τους.

Αποτέλεσμα εικόνας για πυρκαγιές ματι

Σήμερα είναι το βασικό αφήγημα. Τα θύματα αντιμετωπίζονται σαν θύτες ή σαν κατώτερα όντα που έλαβαν λάθος την απόφαση που όφειλαν να είχαν λάβει οι υπεύθυνοι για την “πολιτική προστασία” τους.

Αν δεν τελειώσει αυτό, η ζωή του Έλληνα στην Ελλάδα θα γίνεται ολοένα φθηνότερη. Και όσοι προλάβουν, θα την εγκαταλείψουν..

 

*Η Κωνσταντίνα Ε. Μπότσιου είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας και Διεθνούς Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου