Χιλιάδες άνθρωποι έφυγαν για να γλιτώσουν από τις νέες μάχες που έχουν ξεσπάσει ανάμεσα στον στρατό της Μιανμάρ και τους αντάρτες στο βόρειο τμήμα της χώρας, σύμφωνα με δηλώσεις αξιωματούχου του ΟΗΕ.

Περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί τις τρεις τελευταίες εβδομάδες στην περιοχή Κασίν, την πιο βόρεια στη Μιανμάρ, κοντά στην μεθόριο με την Κίνα, δήλωσε στο AFP ο Μαρκ Κουτς, επικεφαλής του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (OCHA).

Εκτός των 4.000 ήδη έχουν φύγει από την αρχή της χρονιάς περίπου 15.000 άνθρωποι και περισσότεροι από 90.000 ζουν ήδη σε καταυλισμούς για τους εκτοπισμένους στις Κασίν και Σαν μετά την κατάρρευση το 2011 της εκεχειρία που είχε συναφθεί ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους αντάρτες του Στρατού για την Ανεξαρτησία της Κασίν.

«Λάβαμε εκθέσεις από τοπικές οργανώσεις στις οποίες αναφέρεται ότι υπάρχουν ακόμη πολλοί πολίτες που παραμένουν παγιδευμένοι στις ζώνες που πλήττονται από την σύγκρουση», σημείωσε ο Κουτς, για τον οποίο «η μεγαλύτερη ανησυχία μας είναι η ασφάλεια των πολιτών».
Το OCHA δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες άμαχοι έχουν χάσει τη ζωή τους στις πρόσφατες μάχες.

Εκτός από την κρίση με τους Ροχίνγκια στο δυτικό τμήμα της Μιανμάρ, στον βορρά της χώρας μαίνονται συγκρούσεις με άλλες μειονότητες, οι ένοπλες οργανώσεις των οποίων διεκδικούν μεγαλύτερη αυτονομία και έλεγχο.

Η ηγέτις της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Κι είχε δηλώσει ότι θα καταστήσει προτεραιότητά της την ειρήνη όταν ανέλαβε τα καθήκοντά της το 2016, έπειτα από δεκαετίες που τη χώρα κυβερνούσε ο στρατός, αλλά η πρόοδος που σημειώνεται είναι αργή.

Οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δηλώνουν ότι ο στρατός εντατικοποίησε την εκστρατεία του στις απομακρυσμένες περιοχές της Μιανμάρ κατά την κρίση με τους Ροχίνγκια, εξαιτίας της οποίας έφυγαν στο Μπανγκλαντές περίπου 700.000 άνθρωποι.

Οι ΗΠΑ και ο ΟΗΕ έχουν χαρακτηρίσει την στρατιωτική καταστολή εθνοκάθαρση, ενώ η Μιανμάρ δηλώνει ότι ενεργεί μόνον σε αυτοάμυνα απέναντι στους αντάρτες Ροχίνγκια.