Η UNICEF, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού και την υποστήριξη του Προγράμματος Δικαιωμάτων, Ισότητας και Ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πραγματοποίησε Ταχεία Αποτίμηση των ψυχικών και ψυχοκοινωνικών αναγκών (ΨΨΚΑ) και την ανταπόκριση των υπηρεσιών για τα ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες (ΑΠ) στην Ελλάδα, κατά το διάστημα Απρίλιος- Ιούλιος 2017.
Σκοπός της έρευνας ήταν ο εντοπισμός των κενών στην ανταπόκριση, η καταγραφή καλών πρακτικών και η διατύπωση σχετικών προτάσεων.
«Τα ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στο πλαίσιο αυτής της κρίσης. Η βία που έχουν βιώσει σε χώρες που μαστίζονται από τον πόλεμο, η διάρκεια του ταξιδιού τους, σε συνδυασμό με το αβέβαιο μέλλον τους στην Ελλάδα, μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία. Για το λόγο αυτό, τα μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασής τους σε υποστηρικτικές υπηρεσίες για την ψυχική και ψυχοκοινωνική φροντίδα είναι πρωταρχικής σημασίας για να βοηθήσουμε αυτά τα παιδιά να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.» είπε οLaurent Chapuis, Συντονιστής της UNICEF για την Ανταπόκριση στο Προσφυγικό και Μεταναστευτικό Ζήτημα στην Ελλάδα.
Η έρευνα ανέδειξε ότι παρότι διαγνωσμένες σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές με την στενή έννοια παρατηρήθηκαν σε ένα σχετικά χαμηλό αριθμό ασυνόδευτων παιδιών στην Ελλάδα, τα ασυνόδευτα παιδιά παρουσίαζαν μια σειρά ανησυχητικών ενδείξεων που σχετίζονται στην πλειονότητά τους με ήπια ή μέτρια προβλήματα ψυχικής υγείας. Πολλά από τα ψυχοκοινωνικά ζητήματα που αναφέρονται, συχνά σχετίζονται με τις παρούσες συνθήκες για τα ασυνόδευτα παιδιά, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν σε προβληματικές συμπεριφορές. Επίσης, υπάρχουν πολλαπλές αναφορές σε ανησυχητικές πρώιμες ψυχοπαθολογικές ενδείξεις οι οποίες, με τον καιρό, μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρά ζητήματα ψυχικής υγείας, αυτή την ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα παιδιών. Εκτός των άλλων, σύμφωνα με την έρευνα, η πλειονότητα των υπηρεσιών ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους στην Ελλάδα (όχι αποκλειστικά για ΑΠ), συγκεντρώνεται στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη. Τα ασυνόδευτα παιδιά που βρίσκονται εκτός των περιοχών αυτών, και συγκεκριμένα στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου, στην Κρήτη και σε συνοριακές περιοχές, έχουν πολύ περιορισμένη πρόσβαση σε εξειδικευμένες υπηρεσίες.
«Είναι προφανές ότι περισσότεροι πόροι πρέπει να επενδυθούν στην πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή πρόληψη, περιλαμβανομένης της έγκαιρης ανίχνευσης και διάγνωσης, της φροντίδας και παρακολούθησης ψυχικών και ψυχοκοινωνικών συμπτωμάτων, με σκοπό να προληφθούν πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις» τονίζει ο Γιώργος Νικολαΐδης, Διευθυντής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας τουΙνστιτούτου Υγείας του Παιδιού.
Οι βασικές συστάσεις της έρευνας περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων: ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών φροντίδας βασισμένων στην κοινότητα, ευαισθητοποίηση των ΑΠ αναφορικά με τα ζητήματα ψυχικής υγείας, προώθηση της έγκαιρης ανίχνευσης και διάγνωσης, ενίσχυση σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των ΑΠ και των φροντιστών τους, αντιμετώπιση των βασικών παραγόντων πυροδότησης ψυχοπαθολογικών εκδηλώσεων και ενίσχυση των ευκαιριών για δομημένη μάθηση και κοινωνική ένταξη. Η ανάπτυξη ενός νέου ολοκληρωμένου και ενιαίου συστήματος παραπομπών επισημάνθηκε επίσης ως απαραίτητο βήμα για την αντιμετώπιση των ζητημάτων ψυχικής υγείας ή συμπεριφοράς.
«Η προστασία των πιο ευάλωτων παιδιών όπως εκείνα που αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας αποτελεί προτεραιότητα για τις στοχευμένες δράσεις και συνεργασίες μας με φορείς και άλλους εταίρους. Η ενίσχυση των αντίστοιχων δομών υποδοχής και προστασίας θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ιδιαίτερη ευαισθησία από όλους» τονίζει η Πρόεδρος της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής UNICEF, Σοφία Τζιτζίκου.
«Οι τεκμηριωμένες αναφορές μας δίνουν την δυνατότητα για καλύτερο σχεδιασμό και ανταπόκριση στα καίρια ζητήματα που άπτονται της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης, ειδικότερα σε ότι αφορά στα παιδιά. Οι συστάσεις αυτής της έρευνας προάγουν την διεύρυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες φιλικές και προς στα παιδιά πρόσφυγες και στα παιδιά που είναι πολίτες της Ελλάδας», πρόσθεσε η Věra Jourová, Επίτροπος για την Δικαιοσύνη, τους Καταναλωτές και την Ισότητα των Φύλων.
Τέλος, η έρευνα τονίζει τη σημασία της παροχής υπηρεσιών ψυχικής φροντίδας για τα ασυνόδευτα παιδιά, ως μέρους μιας ευρύτερης προστατευτικής απόκρισης στις πολλαπλές ανάγκες, τις επιθυμίες, τα δικαιώματα και την αναπτυξιακή ικανότητα, αναγνωρίζοντας την σημασία της συμμετοχής των παιδιών.
Διεθνείς προτάσεις πολιτικής της UNICEF για τα παιδιά που μετακινούνται:
1. Προστασία των παιδιών προσφύγων και μεταναστών, ιδιαίτερα των ασυνόδευτων παιδιών, από την εκμετάλλευση και τη βία.
2. Τερματισμός της κράτησης των παιδιών που ζητούν διεθνή προστασία ή μεταναστεύουν.
3. Διατήρηση των οικογενειών ενωμένων ως τον καλύτερο τρόπο για την προστασία των παιδιών και παροχή στα παιδιά νομικού καθεστώτος.
4. Εξασφάλιση της εκπαίδευσης όλων των παιδιών προσφύγων και μεταναστών και πρόσβαση στην υγεία και σε άλλες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας.
5. Άσκηση πίεσης για δράση σχετικά με τα βαθύτερα αίτια των μετακινήσεων ευρείας κλίμακας προσφύγων και μεταναστών.
6. Προώθηση μέτρων για την καταπολέμηση της ξενοφοβίας, των διακρίσεων και της περιθωριοποίησης στις χώρες διέλευσης και προορισμού.
Για περισσότερες πληροφορίες:
Lindsay Lynch, Ομάδα της UNICEF για την Ανταπόκριση στο Προσφυγικό και Μεταναστευτικό Ζήτημα, Τηλ.: 30 697 1891247, Εmail:llynch@unicef.org, Ηλίας Λυμπέρης, Εκτελεστικός Διευθυντής Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής UNICEF, Τηλ.: 30 694 4653799, Email:unicefgr@hol.gr, Sarah Crowe, UNICEF Γενεύης, Τηλ.: 41 79 543 80 29, Email: scrowe@unicef.org