Ο Γεώργιος Παπανικολάου γεννήθηκε στην Κύμη Ευβοίας στις 13 Μαΐου 1883, όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Ήταν γιος του ιατρού και βουλευτή Νίκου Παπανικολάου. Το 1898, στα 15 του χρόνια και με το πέρας των γυμνασιακών του σπουδών, εισήλθε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ έλαβε το πτυχίο του έξι χρόνια αργότερα. Αφού εκπλήρωσε και τις στρατιωτική του θητεία, απέρριψε την πρόταση του πατέρα του να γίνει στρατιωτικός γιατρός, ενώ ασχολήθηκε με τη μουσική και τη λογοτεχνία προτού μεταβεί στη Γερμανία για ανώτερες σπουδές στη βιολογία και τη φιλοσοφία.
Δείχνοντας ωστόσο τις ικανότητές του, κέρδισε μια θέση στο Εργαστήριο Ανατομικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια και, αργότερα, μία θέση στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ της Νέας Υόρκης. Ακολούθως εκλέχθηκε υφηγητής, έκτακτος καθηγητής και, τέλος, τακτικός καθηγητής της ανατομίας και ιστολογίας στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Κορνέλ. Μετά από μακρές έρευνες επί της εκφυλιστικής κληρονομικής επίδρασης του οινοπνεύματος σε ινδικά χοιρίδια ο Παπανικολάου στράφηκε σε προβλήματα αναπαραγωγής σχετιζόμενα με τη λειτουργία των γεννητικών οργάνων, τον καθορισμό του φύλου, τη λειτουργία των ενδοκρινών αδένων, καθώς και των φυλετικών ορμονών.
Η πρώτη του ανακοίνωση επί της χρησιμοποίησης της κυτταρολογικής μεθόδου προς διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, το 1928, έγινε δεκτή με πολύ σκεπτικισμό, καθόσον η κρατούσα τότε γνώμη, για τέτοιου είδους έρευνα και εφαρμογή, επί αποφολιδουμένων κυττάρων ήταν πρακτικά αδύνατη. Τέτοια διάγνωση θεωρούνταν δυνατή, μέχρι την εποχή εκείνη, μόνο με την τομή του πάσχοντος οργάνου.
Οι έρευνες του Παπανικολάου επεκτάθηκαν στη συνέχεια στις κυτταρολογικές αλλοιώσεις στο καρκίνο του αυχένα της μήτρας και του ενδομητρίου, των οποίων τα πορίσματα δημοσίευσε το 1943 από κοινού μετά του καθηγητή γυναικολογίας Έρμπερτ Τράουστ σε ειδική μονογραφία υπό τον τίτλο «Διάγνωσις του καρκίνου της μήτρας μέσω των κολπικών επιχρισμάτων» (Diagnosis of Uterine Cancer by the Vaginal Smear).
Η δημοσίευση της εργασίας αυτής κέντρισε το παγκόσμιο ιατρικό ενδιαφέρον και να προκαλέσει την άμεση δοκιμαστική χρησιμοποίηση της μεθόδου σε διάφορα νοσοκομεία. Το 1944 έγινε η πρώτη εφαρμογή επί του ουροποιητικού συστήματος και στη συνέχεια επί του πεπτικού και άλλων συστημάτων του οργανισμού.
Ο Παπανικολάου με τις εργασίες του αυτές έγινε ο θεμελιωτής νέου επιστημονικού κλάδου της «αποφολιδωτικής κυτταρολογίας», βασιζόμενη ακριβώς στη μελέτη των αποφιλιδουμένων κυττάρων του οργανισμού στις διάφορες κοιλότητες αυτού. Η μέθοδος αυτή – που έλαβε προς τιμή του την ονομασία «Μέθοδος Παπανικολάου» ή «Τεστ Παπανικολάου» ή «Τεστ Παπ» – άνοιξε ευρείς νέους ορίζοντες στην ιατρική έρευνα στη γενετήσια φυσιολογία και ενδοκρινολογία ειδικότερα για τον καρκίνο.
Το 1954, ο Παπανικολάου δημοσίευσε το έργο «Άτλαντας της Αποφολιδωτικής Κυτταρολογίας» (Atlas of Exfoliative Cytology), εδραιώνοντας και επίσημα πλέον τη νέα ιατρική πρακτική και ειδικότητα που ουσιαστικά ανέπτυξε από το μηδέν. Σήμερα το τεστ Παπανικολάου (Τεστ Παπ) χρησιμοποιείται παγκοσμίως για την διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, επί της προκαρκινικής δυσπλασίας και άλλων κυτταρολογικών ασθενειών του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος.
Ο Γεώργιος Παπανικολάου έλαβε πολλές σημαντικές διακρίσεις για το έργο του. Ο θάνατος του, στις 19 Φεβρουαρίου 1962 από καρδιακή προσβολή, ήταν μεγάλη απώλεια για την επιστήμη.
Με πληροφορίες από Wikipedia